Η 1η Σεπτεμβρίου ήταν ανέκαθεν η πρωτοχρονιά μου. Κάθε τέλος καλοκαιριού που κλαίνε οι χήρες, κλαίνε οι παντρεμένες και γενικώς τον κλαίγανε, μπαίνω περιχαρής στο facebook και παραληρώ για τις χαρές του φθινοπώρου, της κάθε καινούργιας αρχής, του σπιτιού, των Χριστουγέννων κλπ, ανεβαίνει το ηθικό, πέφτουν τα λάικς βροχή, χαίρεται ο κόσμος, χαίρομαι κι εγώ και γινόμαστε όλοι μια πιο χαρούμενη παρέα. Φέτος, η σχολική πρωτοχρονιά με βρήκε ακριβώς με την ίδια καλή διάθεση (δεν λέω, βοήθησε και το ότι ήμουν ακόμα διακοπές) αλλά στη συνέχεια έγινε λίγο το έλα να δεις πανταχόθεν και την ένιωσα ωραιότατα την ανώμαλη προσγείωση. Συνειδητοποίησα δηλαδή, τί σημαίνει η προσαρμογή του φθινοπώρου αν σου παραπέσει κάπου το τριπάκι της αισιοδοξίας και τη ζήσεις σαν νηφάλια κοινή θνητή και δη μάνα με πλέον του ενός μικρά παιδιά.
Ας ξεκινήσουμε από τα previews για να μπούμε καλύτερα στο νόημα. Στο τέλος Αυγούστου, έχεις ήδη περάσει 2,5 μήνες χωρίς σχολεία, με τα παιδάκια σου αγκαλιά. Σφιχτή αγκαλιά. Χωρίς διάλειμμα. Από το πρωί, μέχρι το βράδυ. Το οποίο είναι φανταστικό γιατί τα λατρεύεις και σου λείπουν και είναι καταπληκτικά παιδιά και κάνετε τέλεια πράγματα το καλοκαίρι μπλα, μπλα, μπλα. Για να δεις όμως τη συνολική εικόνα, φαντάσου ότι είσαι σε road trip, παρέα με δύο αξιολάτρευτα σκυλάκια.
Συχνά πυκνά, χαλάει το αυτοκίνητο και βρίσκεσαι να τα κρατάς και τα δύο στην αγκαλιά σου, χωρίς λουρί (το λουρί ας πούμε ότι έχει ρεπό), στη μέση της εθνικής οδού, περιμένοντας την οδική βοήθεια. Στην αρχή είναι όλα ΟΚ. Σε χαζεύει ο κόσμος, ωωω τι γλυκά, σου κάνουν παρέα, σου δίνουν και φιλάκια. Μετά όμως αρχίζουν να παίζουν, παλεύοντας και δαγκώνοντας πειραχτικά το ένα το άλλο, ενώ αν δώσεις λίγη σημασία παραπάνω στο ένα, ζηλεύει το άλλο, βγαίνουν δόντια, νύχια, γαβγίζουν υστερικά, τα μαλώνεις, ησυχάζουν. Αυτό γίνεται σε λούπα όση ώρα τα κρατάς αγκαλιά, ο ήλιος καίει, ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι, καταπίνεις τρίχες αβέρτα, έχουν πιαστεί και τα χέρια σου αλλά αν τα αφήσεις κάτω, θα τα κόψει η νταλίκα.
Στο δε αυτοκίνητο, δεν μπορείς να κάτσεις για πολλή ώρα, διότι κάνει ακόμα περισσότερη ζέστη, συν ότι τα σκυλιά κατουριούνται και χέζονται, ενώ το ένα σού μασουλάει και τα καθίσματα. Όταν κάποια στιγμή τελειώσει το road trip, έχεις ένα κινητό γεμάτο εκπληκτικές φωτογραφίες από τα μέρη που είδατε, χαρούμενα selfies, καμιά 30αριά καινούργιους φόλοουερς στο Instagram, έχεις κάνει ανεκτίμητο bonding με τα σκυλάκια σου αλλά ταυτόχρονα είσαι εμπριμέ από τις νυχιές, Σωτηρία Μπέλλου από τις φωνές, έχεις βγάλει παντού εξανθήματα που σε φαγουρίζουν από τον ιδρώτα κι έχεις φάει και μια μπάλα του μπάσκετ μαλλιά που πολύ σε χαλάει γιατί παρότι έτσι σε φώναζαν από μικρή, όχι, δεν είσαι γάτα.
Σε αυτή την κατάσταση, δηλαδή ξεκούραστη και ανανεωμένη του κώλου, σε βρίσκει ο Σεπτέμβριος. Ο μήνας που είναι ακόμα καλοκαίρι, αλλά δεν είναι. Και για το θέμα αυτό πρέπει να πείσεις όχι μόνο τον εαυτό σου (δεν έχει άλλη παραλία για σένα τις καθημερινές, πώς να το κάνουμε μανδάμ, έχεις υποχρεώσεις) αλλά και 2 παιδιά, που έχουν ξεχαρβαλωθεί εντελώς μετά από 3 μήνες διακοπών και αρνούνται πεισματικά όχι μόνο να κάτσουν να διαβάσουν αλλά και τα πιο απλά και αυτονόητα, όπως το να βάλουν το πόδι τους σε οποιοδήποτε άλλο παπούτσι πλην της σαγιονάρας. Το οποίο παπούτσι πρέπει να είναι και καινούργιο, διότι το πόδι έχει αλλάξει 1-2 νούμερα, και μαζί με αυτό, έχουν αλλάξει και τα γούστα του ιδιοκτήτη του, που πια δεν θέλει φωσφορούχα αθλητικά αλλά κατάμαυρα ή, αν πρόκειται για θηλυκό (ο Θεός να σε φυλάει), δεν θέλει πια τα Frozen γιατί δεν είναι cool και την κοροϊδεύουν στο σχολείο. Οπότε αναγκαστικά παίρνεις τα παιδιά παραμάσχαλα, ενώ έχεις ένα σκασμό άλλες δουλειές να κάνεις, για να τους ψωνίσεις παπούτσια, φόρμες, κάλτσες και βρακιά, και μια διαδικασία που μόνη σου θα τελείωνες σε μισή ωρίτσα καταλήγει σε τετράωρη φαρσοκωμωδία, διότι τα μικρά αδιαφορούν πλήρως για όλα αυτά τα βαρετά που πραγματικά χρειάζονται και σε τραβάνε γκρινιάζοντας στα παιχνίδια, τα ηλεκτρονικά και τα παγωτά, που δεν έχεις καμία πρόθεση (ή δυνατότητα) να αγοράσεις.
Και μιας που μιλάμε για ψώνια, να μην ξεχάσουμε το βουνό με τα σχολικά (βιβλία, τετράδια, τεχνικά, φλογέρες κλπ), τα οποία ναι μεν τα παίρνεις μόνη σου αλλά μετά θες μία μέρα ολόκληρη για να τα ντύσεις, να τα ταξινομήσεις και να τους κολλήσεις ετικέτες με το όνομά και το τμήμα του κάθε παιδιού. Σε κάθε μολυβάκι ιχνογραφίας. Σε κάθε μαρκαδόρο και κάθε κηρομπογιά, στα ψαλίδια, τους χάρακες, τους διαβήτες, τις γόμες, τις ξύστρες, τα τάπερ, τα παγουρίνια, τα κουταλοπήρουνα, σε κάθε ένα μικρό σκατουλάκι που θα πηγαινοφέρνουν στο σχολείο όλη τη χρονιά. Ο εφιάλτης στο δρόμο με τα λαδοπαστέλ.
Άντε λοιπόν και ξεκίνησαν τα σχολεία και δεν την πιστεύεις τη χαρά που σε βρήκε να πίνεις τον πρωινό καφέ σου στην απόλυτη ησυχία του σπιτιού σου. Του σπιτιού σου, που έχεις εγκαταλείψει τόσο καιρό και τώρα που το κοιτάς καλύτερα χρειάζεται επειγόντως ένα μικρό συγύρισμα; Την πάτησες. Μόλις έπεσες στο πηγάδι της φασίνας του φθινοπώρου. Διότι τακτοποιείς ένα ντουλάπι και πάντα κάποιο αντικείμενο σου ξεμένει για να μπει κάπου αλλού, στο οποίο «αλλού» δεν χωράει τίποτα, οπότε ξεκινάς να το τακτοποιείς και αυτό, κι από ντουλάπι σε ντουλάπι και δωμάτιο σε δωμάτιο, φτάνεις αλυσιδωτά να περνάς τα πρωινά σου ξαπλωμένη στα ράφια της αποθήκης, όπου η σκόνη έχει μεταλλαχθεί σε πυκνό χνούδι και όπου ανακαλύπτεις ένα βουνό σαβούρα, την οποία μέχρι να αποφασίσεις πού και πώς θα πετάξεις/χαρίσεις, τη «στολίζεις» αναγκαστικά για κανά μήνα στη μέση του σαλονιού, γεγονός που δεν κάνει καθόλου καλό στα νεύρα σου.
Παράλληλα, αρχίζουν και τα εξωσχολικά μαθήματα των παιδιών, που συμπίπτουν με την τουρνέ στους γιατρούς και τους δασκάλους. Παιδίατρος, οδοντίατρος και ορθοδοντικός, μπλέκονται περίτεχνα με ρυθμική, πιάνο, αγγλικά, ποδόσφαιρο, τένις, ενώ τα σχολεία σε καλούν να γνωρίσεις τους καινούργιους δασκάλους και να παρακολουθήσεις σημαντικά σεμινάρια για τον σωστό τρόπο μελέτης, τη σωστή διατροφή, πώς να γλιτώσεις το παιδί σου από το bullying κλπ. Το αποτέλεσμα είναι ότι για ένα διάστημα έχεις χάσει τελείως τη μπάλα γιατί άλλα σημειώνεις στο κινητό, άλλα σε post-it, άλλα στο Filofax και καταλήγεις με ένα ημερολόγιο σεντόνι κολλημένο στον τοίχο της κουζίνας σου, ο οποίος θυμίζει έντονα τον τοίχο με τους χάρτες και τους καταζητούμενους εγκληματίες στην κουζίνα της Κέρι, της διπολικής πράκτορα της CIA στο Homeland. Το σεντόνι συμπληρώνουν οι αυξημένες κοινωνικές υποχρεώσεις, λόγω και της καλοκαιρινής παύσης που μεσολάβησε, τόσο των παιδιών (ατελείωτα play dates γιατί κι εσύ και οι άλλες μάνες δεν έχετε τί να τα κάνετε μόνα τους αυτή την εποχή οπότε τα γκρουπάρετε) όσο και οι δικές σου, αφού προς το παρόν δεν έχει καταλάβει ο κόσμος ότι είσαι μία μισότρελη και σε καλούν ακόμα από δω κι από κει.
Εννοείται ότι σε όλα τα ανωτέρω πρέπει να ανταπεξέλθεις με ελάχιστες ώρες ύπνου, αφού πλέον ξυπνάς τα παιδάκια στις 7, αλλά και ελάχιστο αλκοόλ – που θα βοηθούσε κάπως την ψυχολογική σου κατάσταση – γιατί αλλιώς σιγά μην κατάφερνες να ξυπνήσεις στις 7 και επίσης γιατί πρέπει να ξεπρηστείς επειγόντως, αφού το καλοκαίρι έτρωγες και έπινες χωρίς αύριο και φυσικά χωρίς να κουνιέσαι από την ξαπλώστρα. Ήσουν ο τζίτζικας που χλεύαζε τους μέρμηγκες που πρόσεχαν τη διατροφή τους, ποντάροντας στο φυσικό σου κάλλος, γεγονός για το οποίο έφταιγε ο άλλος κάλος, αυτός που σου χαλάει χρόνια τώρα το ρετιρέ κάτωθεν της ωραίας σου κόμης. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Οκτώβριος σε βρίσκει ακόμα υπέρβαρη και χλαπάτσα, τα Χριστούγεννα με όλο το θερμιδικό τους όργιο πλησιάζουν απειλητικά, κι εσύ πανικοβλημένη δίνεις τον υπέρτατο αγώνα επαναφοράς της φυσικής σου κατάστασης στις παλιές της δόξες, στο πλαίσιο του οποίου πεινάς, διψάς και πονάς φίλη μου, γιατί έτσι απότομα που πλακώθηκες στη γυμναστική έχουν πιαστεί ακόμα και οι μυς του λάρυγγά σου.
Και η χαριστική βολή έρχεται φυσικά στο τέλος. Δεν ξέρω αν το πρόσεξες αλλά σε αντίθεση με τον Ιούνιο που μαύριζες κι έβλεπες άσπρη μέρα γιατί καμουφλαριζόταν σιγά-σιγά ο μαύρος κύκλος, η κυτταρίτιδα, οι ευρυαγγείες, η ακμή κλπ, τώρα δυστυχώς έφτασε η μαύρη ώρα να ξαναασπρίσεις. Και το χειρότερο είναι ότι δεν ασπρίζεις ούτε κατευθείαν, αφού περνάς πρώτα απ’ τις 50 αποχρώσεις του κίτρινου, που σε συνδυασμό με την αϋπνία σε κάνουν κάτι μεταξύ αναιμικής και βαμπίρ, ούτε και ομοιόμορφα, διότι κάποια σημεία ως γνωστόν τα πλένεις και τα τρίβεις συχνότερα, με αποτέλεσμα να περιφέρεσαι για αρκετό καιρό ως είδος υπό εξαφάνιση, το γνωστό “μαυρισμένη τόπους-τόπους”, μέχρι να μπούμε αισίως στον Νοέμβριο και να επιστρέψεις στο κανονικό σου εκρού του νεκρού. Αλλά μαζί μ’ αυτό έρχονται και τα Χριστούγεννα, so who fucking cares, σωστά;