Έτυχε πρόσφατα να πέσω σε πηγαδάκι που σχολίαζε με σηκωμένα φρύδια για διάφορους γνωστούς που στα 30 τους αποφάσισαν ξαφνικά να γίνουν από Τάσος Αναστάσης, από Λίτσα Ευαγγελία, από Ντίνα Κωνσταντίνα κλπ. Όταν τα βλέμματα έπεσαν σ’ εμένα για να δώσω το νεύμα συγκατάβασης «ναι, πράγματι πόσο γελοίοι όλοι», αποφάσισα να κάνω το δικό μου outing και να ομολογήσω ότι κι εμένα κάποτε με φώναζαν με το βαπτιστικό μου, δηλαδή Χαρίκλεια. Αφού θυμήθηκαν όλοι το σοφό “καλύτερα να μασάς παρά να μιλάς”, βρήκαν την εξαιρετική δικαιολογία ότι εγώ το άλλαξα μικρή και δε μετράει, η αλήθεια όμως είναι ότι στα μάτια τους είδα μια γνώριμη από το παρελθόν συμπόνια, αυτή που λέει «Χαρίκλεια; Ο Χριστός κι η Παναγία!». Μιας λοιπόν που σήμερα γιορτάζει αυτό το υπέροχο όνομα μαζί με την πιο εύπεπτη -αλλά τα χάλια της κι αυτή- Χαραλαμπία, και δεδομένου ότι οι φίλες μου βαφτίζουν μία μία τα παιδιά τους, αισθάνομαι το ηθικό χρέος να βάλω 2-3 πράγματα στη θέση τους.
Το όνομα που δίνετε στα παιδιά σας, θα τα χαρακτηρίζει προτού ακόμα τα γνωρίσουν πραγματικά οι άλλοι, για την υπόλοιπη ζωή τους. Στην Ελλάδα έχουμε όλοι να αντιμετωπίσουμε μία γιαγιά ή έναν παππού που απειλεί να κάνει χαρακίρι αν δεν δοθεί το όνομά τους στο εγγόνι τους, κι ας τους λένε Καλλιόπη και Πολυχρόνη αντίστοιχα, οφείλουμε όμως σαν μανάδες να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από αυτή τη δυσβάσταχτη κληρονομιά, με τρόπο έξυπνο, ώστε να μη γίνουν οι πρόγονοι έξαλλοι και τους βγάλουν από την κανονική κληρονομιά. Υπάρχουν ας πούμε τα υποκοριστικά. Υπάρχουν τα διπλά ονόματα. Υπάρχουν τα δύο ονόματα που συναιρούνται σε ένα. Υπάρχουν λύσεις!
Αυτό που δεν υπάρχει, είναι να σου χαρίσει ο Θεός ένα κοριτσάκι γερό, το πρώτο σου παιδί, να έχεις τόσα όνειρα γι’ αυτό και όταν έρθει η ώρα της κολυμπήθρας να ξεστομίσεις ένα «Χαρίκλεια» και να ρίξεις πάνω του την κατάρα του Benjamin Button αναγκάζοντάς το να ξεκινήσει τη ζωή του ως 80χρονη. No offense συνονόματες αλλά είναι αφελές να θωρείτε τυχαίο ότι όπου γεροντοκόρη και γριά μονοδοντού με ελιές θρούμπες στη μούρη ο Φίνος την έβγαζε Χαρίκλεια. Ναι, χτίστηκαν καριέρες ολόκληρες πάνω στο ονοματάκι μας αλλά δυστυχώς ήταν αυτές της Νοταρά και της Βασιλειάδου, όχι της Καρέζη και της Λάσκαρη. Κι αυτές οι ίδιες άλλωστε τυχαία λες κατέληξαν οι μεν Τζένη και Ζωή σταρούμπες καλλονές οι δε Γεωργία και Σαπφώ μεσόκοπες καρατερίστες; Αν μη τι άλλο, εγώ το βρίσκω εξαιρετικά ύποπτο.
Οι αγαπημένοι μου γονείς λοιπόν, τιμώντας τη γιαγιά μου τη Χαρίκλεια, την οποία σημειωτέον δε γνώρισα ποτέ, μου χάρισαν το ονοματάκι της. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μ’ έστειλαν και στο Αρσάκειο και μ’ έριξαν στα πιάνα και τα μπαλέτα. Χαρίκλεια πιανίστα και σε σχολείο θηλέων. Γιατί δεν το λέγατε ρε μάνα απ’ την αρχή ότι θέλατε να γεράσω μόνη κι έρμη να σας γηροκομήσω; Τί με ντύνατε και με στολίζατε αφού δεν κόταγα ούτε να συστηθώ; Βγαίναμε με τις φίλες στο γυμνάσιο, πέφταμε πάνω σε τίποτα αγοράκια, πού να ξεστομίσω το Χαρίκλεια μετά από τα Μάγια, Λυδία, Άννα κλπ. Έστριβα και πήγαινα για τσίχλες. Για να μη θυμηθώ που κανείς δεν έκανε την πρόβλεψη ότι στη ζωή δεν είναι όλοι βέροι Αθηναίοι, κι όταν έχεις εξοχικό στην Αιδηψό, δε σε φωνάζουν καν Χα-ρί-κλει-α αλλά Χα-ρί-κλια (το λιά όλο μαζί κατά το μηλιά). Επίσης κανείς δεν σκέφτηκε ότι στην εφηβεία έχουμε όλοι ένα παρατσούκλι για κάτι που ξεχωρίζει πάνω μας (π.χ. κάποιος που ζωγραφίζει θα είναι ο «πινέλος», ένας ψηλός θα είναι το «ντερέκι» κλπ) και μάντεψε τι ξεχώριζε πάνω μου. «Χέρκουλες» με φώναζαν στις διακοπές για χρόνια, κι ας βγαίνει από το Ηρακλής, γιατί δεν έβρισκαν ούτε τρολάρισμα καλύτερο για το ρημάδι το Χαρίκλεια.
Αφού λοιπόν έφαγα το bullying της αρκούδας μέχρι τα 15 μου και τα γκομενικά μου πήγαιναν κατά διαόλου, ενόψει του Λυκείου πήρα τη μεγάλη απόφαση να απαλλαγώ από το αχάριστο αυτό όνομα και μάλιστα ονειρευόμουν τα μούτρα μου ως Κλαίρη, Κλειώ, Λέα και άλλα σεξουαλικά, αλλά ευτυχώς είχα από τότε συναίσθηση ότι θα φάω ντομάτες και συμβιβάστηκα με το πιο ήσυχο Χαρά, που ήρθε κι έδεσε και με το γενικότερο ταμπεραμέντο μου. Ακολούθησαν οι μήνες του πένθους του πατέρα μου για την προσβολή στο όνομα της μανούλας του (άλλη μια άχρηστη ενοχή που φορτώθηκα), οι μήνες της απόλυτης ξεφτίλας καθότι εγώ είχα συστηθεί στους καινούργιους συμμαθητές, δασκάλους, φίλους κλπ ως Χαρά αλλά το παρελθόν μου δεν το είχε χωνέψει ακόμα και με φώναζε Χαρίκλεια, μέχρι που πέρασε ο καιρός, τελείωσε το σχολείο και μαζί του κι αυτός ο εφιάλτης.
Σήμερα βέβαια, με την αυτοπεποίθηση που μου δίνει η καλύτερη γνωριμία μου με τον εαυτό μου, δεν έχω κανένα πρόβλημα είτε με λέτε Χαρά είτε Χαρίκλεια είτε Μπάμπη το ελαφάκι. Και άμα τύχει να παίξει κάπου το «Χαρικλάκι», μπορεί να ρίξω και καμιά γυροβολιά. Παρόλα αυτά, σε όσες τυχόν παλιές γνωστές ειρωνεύονται σε κάποιο πηγαδάκι και δυσκολεύονται δήθεν να με λένε Χαρά γιατί κάποτε με ήξεραν Χαρίκλεια, έχω να τους πω ότι κι εγώ πολλές φορές δυσκολεύομαι να τις αναγνωρίσω γιατί κάποτε τις ήξερα με μεγαλύτερες μύτες, μικρότερα βυζιά, πατομπούκαλα ή φρύδια, πολλά πολλά φρύδια, ενίοτε και μουστάκια. Αλλά δεν θεωρώ ότι έπρεπε να διατηρήσουν τα μουστάκια τους για να με διευκολύνουν.
Να ζήσουμε λοιπόν Χαραλαμπίες και Χαρίκλειες, να χαιρόμαστε τους φίλους, τα παιδιά και τα μελλοντικά εγγόνια μας, και δεν πειράζει καθόλου αν δεν γιορτάζουν καν την ίδια μέρα.